Φραγκοκρατία και η Μονή των Λατίνων Μοναχών
Ελεύθερη Απόδοση στα Νέα Ελληνικά:
Φαίνεται ότι η Μονή Αγίου Λαυρεντίου χτίστηκε στις αρχές του 13ου αιώνα, όταν η Θεσσαλία περιήλθε στην κατοχή των Φράγκων. Η ίδρυσή της οφείλεται σε τάγμα Λατίνων μοναχών και όχι, όπως λέγεται, τον 14ο αιώνα. Η Ρωμαϊκή καταγωγή του Αγίου Λαυρεντίου του διακόνου, το είδος της κατασκευής του ναού της Μονής, ο οποίος έχει κάτι ξένο σε σχέση με τις άλλες παλιές μοναστηριακές εκκλησίες, και τρίτον η διατήρηση στη Μονή λειψάνων Λατίνων με επιγραφές σε μάρμαρα του 18ου αιώνα, μαρτυρούν την αλήθεια του ισχυρισμού.
Επίσης, απέναντι από τη Μονή Αγίου Λαυρεντίου, στην τοποθεσία Γιαννιού Συκιές, σε έναν παρακείμενο λόφο, ο περαστικός αισθάνεται μια θαυμάσια ευωδιά που δεν προέρχεται από τα γύρω δέντρα και θάμνους, αλλά αναδύεται σίγουρα από τη γη. Ο αείμνηστος καθηγητής Χριστιανικής Αρχαιολογίας Γ. Λαμπάκης, επισκεπτόμενος το χωριό και την τοποθεσία το 1904, διαπίστωσε ότι κάτω από τη γη υπάρχουν σίγουρα τάφοι μοναχών (ίσως Λατίνων), οι οποίοι σύμφωνα με τα τότε έθιμα θάφτηκαν με πλήθος αρωμάτων. Προέτρεψε την πραγματοποίηση ανασκαφών για να διαλευκανθεί αυτό το μυστήριο (γιατί πράγματι πρόκειται για μυστήριο), η οποία όμως δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει πραγματοποιηθεί. Παρ’ όλα αυτά, ας μας επιτραπεί να προτείνουμε στους σημερινούς διοικητές του χωριού (αναφορά στο 1927) να κάνουν την πραγματοποίηση των ανασκαφών αυτών ένα από τα κύρια μελήματά τους, αφού άλλωστε το κόστος υπολογίζεται ότι δεν θα ξεπεράσει τις χίλιες δραχμές, ενώ ίσως να προκύψει μια αρχαιολογική ανακάλυψη μεγάλης αξίας.
Παρομοίως, και από το τοπωνύμιο “Σερβανάταις”, λέξη λατινικής προέλευσης που παράγεται από τη λέξη Servus που σημαίνει υπηρέτης (δούλος), εικάζεται ότι στην τοποθεσία “Σερβανάταις” σίγουρα θα κατοικούσαν οι υπηρέτες της Μονής, οι οποίοι ασχολούνταν με την καλλιέργεια των διαφόρων κτημάτων της.
Τέσσερα κομμάτια επιγραφών υπάρχουν εντοιχισμένα στις εξωτερικές επιφάνειες των τοίχων του ναού, πιθανότατα από το 1378ο έτος, όταν και η Μονή είχε χτιστεί από τα θεμέλια και ο ναός είχε επισκευαστεί. Ένα κομμάτι από τις λατινικές επιγραφές έχει ως εξής:
(Επιγραφή)
Ένα άλλο κομμάτι σώζει απλώς τη λέξη:
(Επιγραφή)
Οι Φράγκοι μοναχοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Μονή του Αγίου Λαυρεντίου όταν η Θεσσαλία έγινε τμήμα του ελληνικού δεσποτάτου της Ηπείρου (5), μη υπαγόμενη στον Βασιλιά της Κωνσταντινούπολης αλλά σε ηγεμονίσκους.
Έτσι, τον Βόλο, το Καστρί και τα Λεχώνια κυβερνούσε η οικογένεια των Μελισσινών. Η δε Δημητριάδα ονομαζόταν Μήτρα και είχε Κόμητα με 1500 στρατιώτες Αλβανούς μισθοφόρους, (6) και τότε ήταν φυσικό η Μονή αυτή να περάσει στην κατοχή Ελλήνων μοναχών.
Η Μονή του Αγίου Λαυρεντίου είχε δική της σκήτη, κτισμένη σε χαμηλότερη θέση, η οποία ονομάζεται σήμερα “Προφήτης Ηλίας”. Εκεί υπήρχε και ένα εκκλησάκι, και το έτος 1865 βρέθηκε μια πλάκα με επιγραφή, η οποία μεταφέρθηκε στη Μονή και εντοιχίστηκε στη βόρεια πλευρά του ναού εκεί. Φαίνεται ότι χαράχτηκε τον 16ο αιώνα και έχει ως εξής:
(επιγραφή)
Σωκράτης Βαμβάκος
Ιστορικός – Λαογράφος
(1891 – 1972)
Πρωτότυπο Κείμενο:
Φαίνεται οὖσα κτίσμα τῆς ἀρχῆς τοῦ 13ου αἰῶνος, ὅτε καὶ ἡ Θεσσαλία περιῆλθεν εἰς τὴν κατοχὴν τῶν Φράγκων, καὶ ὀφείλει τὴν σύστασιν της εἰς τάγμα Λατίνων μοναχῶν καὶ οὐχὶ ὡς λέγεται ὅτι ἡ σύστασίς της εἶναι τοῦ 14ου αἰῶνος. Ἡ Ῥωμαϊκή καταγωγή του Αγίου Λαυρεντίου τοῦ διακόνου, τὸ εἶδος τῆς κατασκευῆς τοῦ ἐν τῇ Μονῇ ναοῦ, ὅστις ἔχει τι τὸ ξενότροπον ἐν σχέσει πρὸς τὰς ἄλλας παλαιὰς μοναστηριακὰς Εκκλησίας καὶ τρίτον ἡ διάσωσις ἐν αὐτῇ τῇ μονῇ λειψάνων Λατινικῶν τινων ἐπὶ μαρμάρων ἐπιγραφῶν τοῦ 18ου αἰῶνος μαρτυροῦσι περὶ τῆς ὡς ἄνω ἀληθείας. (4)
Επίσης ἀπέναντι τῆς Μονῆς ̔Αγίου Λαυρεντίου καὶ εἰς τὴν θέσιν Γιαννιοῦ Συκιὲς ἐπὶ παρακειμένου λοφίσκου ο διαβάτης διερχόμενος αἰσθάνεται θαυμασίαν εὐωδίαν ἥτις δὲν ἀναδίδεται ἐκ τῶν παρακειμένων δένδρων καὶ θάμνων ἀλλ ̓ ἀσφαλῶς ἀναπέμπεται ἀπὸ τῆς γῆς. Ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς τῆς Χριστιανικῆς ̓Αρχαιολογίας Γ. Λαμπάκης επισκεφθεὶς κατὰ το 1904 τό χωρίον καὶ τὴν περὶ ἧς πρόκειται τοποθεσίαν ἀπεφάνθη ὅτι ὑπὸ τὴν γῆν ἀσφαλῶς ὑπάρχουσι τάφοι μοναχῶν (ἴσως Λατίνων) οἵτινες κατὰ τὰ τότε κρατοῦντα ἔθιμα ἐνεταφιάζοντο μετὰ πληθύος ἀρωμάτων, συνέστησε δὲ τὴν ἐνέργειαν ἀνασκαφῶν ἵνα διαλευκανθῇ τὸ μυστήριον τοῦτο (διότι πράγματι περὶ μυστηρίου πρόκειται) ἥτις ὅμως μέχρι σήμερον δυστυχῶς δὲν ἐπραγματοποιήθη. Οὐχ ἧττον ὅμως ἂς μᾶς ἐπιτραπῇ νὰ συστήσωμεν εἰς τοὺς διοικοῦντας σήμερον τὸ χωρίον ἵνα ἡ ἐνέργεια τῶν ἐν λόγῳ ἀνασκαφῶν ἀποτελέσῃ ἓν ἐκ τῶν κυριωτέρων μελημάτων των ἀφοῦ ἄλλως τε ἡ δαπάνη ζήτημα εἶναι ἂν θὰ ἀνέλθη τὰς χιλίας δραχμάς, ἐνῷ ἴσως νὰ προκύψῃ σπουδαίας ἀρχαιολογικῆς ἀξίας ἀνακάλυψις.
Ομοίως καὶ ἐκ τῆς τοπωνυμίας «Σερβανάταις» λέξεως λατινικής προελεύσεως παραγωμένης ἐκ τῆς λέξεως Servus σημαινούσης ὑπηρέτην (δοῦλον) καὶ ἐξ οὗ εἰκάζεται ὅτι εἰς τὴν θέσιν «Σερβανάταις» ἀσφαλῶς θὰ κατῴκουν οἱ ὑπηρέται τῆς Μονῆς οἵτινες ἠσχολοῦντο εἰς τὴν καλλιέργειαν τῶν διαφόρων κτημάτων αὐτῆς.
Ἐπιγραφῶν τεμάχια τέσσαρα ὑπάρχουσι ἐντετειχισμένα ἐπὶ τῶν ἐξωτερικῶν ἐπιφανειῶν τῶν τοίχων τοῦ ναοῦ, πιθανῶς ἀπὸ τοῦ 1378ου ἔτους, ὅτε καὶ ἡ Μονὴ εἶχεν ἀνεγερθῇ ἐκ βάθρων καὶ ὁ ναὸς ἐπισκευασθῇ. Εν τεμάχιον τῶν λατινικῶν ἐπιγραφῶν ἔχει οὕτως.
(επιγραφή)
Ἕτερον τεμάχιον σῴζει ἁπλῶς τὴν λέξιν.
(επιγραφή)
Οἱ Φράγκοι μοναχοὶ θὰ ἠγκάσθησαν νὰ ἐγκαταλείψωσι τὴν Θονὴν τοῦ ̔Αγίου Λαυρεντίου ὅτε ἡ Θεσσαλία ἀπετέλεσε τμῆμα ἑλληνικοῦ δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου (5) μὴ ὑπαγομένη εἰς τὸν Κωνσταντινουπόλεως Βασιλέα ἀλλ ̓ εἰς ἡγεμονίσκους.
Οὕτω τὸν Βόλον, τὸ Καστρὶ καὶ τὰ Λεχώνια ἐκυβέρνα ἡ οἰκογένεια τῶν Μελισσινῶν. Ἡ δὲ Δημητριὰς ἐκαλεῖτο Μήτρα καὶ εἶχε Κόμητα μετά 1500 στρατιωτῶν ̓Αλβανών μισθοφόρων, (6) τότε δὲ φυσικὸν ἦτο νὰ περιέλθῃ καὶ ἡ Μονὴ αὕτη εἰς τὴν κατοχὴν Ἑλλήνων μοναχῶν.
Ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Λαυρεντίου είχε σκήτην ιδίαν, κειμένην εἰς κατωτέραν αὐτῆς τοποθεσίαν, ἥτις ὀνομάζεται σήμερον «Προφήτης Ηλίας»· ἐκεῖ δὲ ὑπῆρχεν καὶ ἓν ἐκκλησίδιον ἐνῷ ἐν ἔτει 1865ῳ εἶχεν εὑρεθῇ μία πλάξ ἐνεπίγραφος μεταφερθεῖσα κατόπιν εἰς τὴν μονὴν καὶ ἐντειχισθεῖσα ἐν τῇ βορείῳ πλευρᾷ τοῦ ἐκεῖ ναοῦ, καὶ ὡς φαίνεται ἐχαράχθη τῷ 16ῳ αἰῶνι ἔχει δὲ ὡς ἑξῆς.
(επιγραφή)